Από τη μητρόπολη Κορίνθου αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Με την δέουσα Εκκλησιαστική τάξη αλλά και με Βυζαντινή μεγαλοπρέπεια εορτάστηκε η Κυριακή της Ορθοδοξίας (9/3/2025) στον Καθεδρικό Ι. Ναό Του Αποστόλου Παύλου στην Κόρινθο. Την Πανηγυρική Θ. Λειτουργία τέλεσε, με την ευλογία του Σεβ. Μητροπολίτου μας κ. Διονυσίου, στην οποία και παρέστη συμπροσευχόμενος, ο Θεοφιλέστατος Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως μας Επίσκοπος Κεγχρεών κ. Αγάπιος
Τον Θείο λόγο κήρυξε ο Θεοφιλέστατος με αφορμή την ομολογία του Ναθαναήλ˙ «ῥαββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ» (Ιω. α’, 50) και την διαβεβαίωσή Του από τον Ιησού «ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου» (στιχ. 51), κάνοντας λόγο για την αλήθεια ότι ο Ιησούς είναι ο απεσταλμένος του Θεού, ο Μεσσίας, ο Λυτρωτής και Σωτήρας του ανθρωπίνου γένους. Σύμφωνα δε με τον Απ. Παύλο η Εκκλησία είναι το σώμα του Σωτήρος Χριστού, το ζωντανό Σώμα του ζώντος Θεανθρώπου. Αυτό δε σημαίνει, ότι η Εκκλησία είναι Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός, ο Χριστός στο σώμα και μαζί με το σώμα Του. Ο Χριστός είναι η κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας,
Στην συνέχεια πραγματοποιήθηκε γύρω από τον Ι. Ναό και εκτός του αυλείου χώρου, υπό τον παιανισμό της Φιλαρμονικής του Δήμου Κορινθίων και με τη συμμετοχή Στρατιωτικού Αγήματος της Σχολής Μηχανικού Λουτρακίου, η Ιερά Λιτάνευση των αγίων Εικόνων, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Διονυσίου, ο οποίος και ετέλεσε στην συνέχεια μετά του αγίου Κεγχρεών κ. Αγαπίου το κατ’ έτος Μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως πάντων των κεκοιμημένων Αρχιερέων της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, καθώς και των Ευεργετών αυτής.
Το απόγευμα στον ως άνω Ι. Ναό τελέσθηκε ο δεύτερος Κατανυκτικός Εσπερινός χοροστατούντος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Κεγχρεών κ. Αγάπιου και παρόντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Διονυσίου.
Ομιλητής, σύμφωνα με το πρόγραμμα, είχε ορισθεί ο Εφημέριος του Καθεδρικού Ι. Ναού Απ. Παύλου Κορίνθου Αιδεσ. Πρωτ/ρος π. Αθανάσιος Κοντογιάννης, ο οποίος και ανέπτυξε το θέμα: «Η αναστήλωση των Ι. Εικόνων ως αφορμή για την προσωπική μας πνευματική αναστήλωση». Αναφέρθηκε με συντομία στο ιστορικό πλαίσιο της εορτής από την αρχή της εικονομαχικής έριδας μέχρι και το τέλος της με την αποφασιστική συμβολή της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας. Επεσήμανε για ποιο λόγο ονομάστηκε η πρώτη Κυριακή των Νηστειών «Κυριακή της Ορθοδοξίας», λέγοντας ότι μέσα από τις Ιερές Εικόνες, που χαρακτηρίζονται ως «βίβλοι των αγραμμάτων», καθώς σε αυτές αποτυπώνεται παραστατικά η διδασκαλία της Εκκλησίας μας, εκφράζονται τα δόγματα της Εκκλησίας. Στην συνέχεια αναφέρθηκε στην εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο που πλάσθηκε «κατ̉ εικόνα» επισημαίνοντας ότι, σύμφωνα με την Πατερική διδασκαλία, η «εικόνα του Θεού δεν βρίσκεται σε κάθε άτομο ξεχωριστά, αλλά στην ανθρώπινη φύση συνολικά. Αυτό σημαίνει ότι η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο εκφράζεται μέσα από την κοινωνία και την ενότητα των ανθρώπων γι’ αυτό και στο πρόσωπο του κάθε συνανθρώπου μας βλέπουμε μία ακόμα εικόνα του Θεού».
Κλείνοντας ανέφερε ότι ζούμε σε μια εποχή όπου επικρατεί μια ιδιότυπη εικονομαχία. Μια εποχή όπου κυριαρχεί η έκπτωση του ανθρωπίνου προσώπου και της ανθρώπινης αξίας, η τραγική αμφισβήτηση αξιών και ιδανικών σε μια εποχή που χάνει την εικόνα του Θεού αλλά και την ανθρωπιά της. Για τον λόγο αυτό οφείλουμε και εμείς να παραμείνουμε εντός της Εκκλησίας, ώστε να διέλθουμε αυτό το Σαρακοστιανό όμορφο μονοπάτι με πνευματικό αγώνα, με ταπείνωση και μετάνοια, για να φτάσουμε στο τέλος μπροστά σε Εκείνον επάνω στον Σταυρό και να του πούμε με δάκρυα: «Εἰκών εἰμι, τῆς ἀῤῥήτου δόξης σου, εἰ καὶ στίγματα φέρω πταισμάτων· οἰκτείρησον τὸν σὸν πλάσμα Δέσποτα, καὶ καθάρισον σῇ εὐσπλαγχνίᾳ· καὶ τὴν ποθεινὴν πατρίδα παράσχου μοι, Παραδείσου πάλιν ποιῶν πολίτην με». Αμήν…»