Σε συνέντευξή του στο lifo ο ηθοποιός Β. Μπισμπίκης ανέφερε μεταξύ άλλων: “Δεν είχα υπερπροστατευτικούς γονείς. Μεγάλωσα σε μια γειτονιά στο Λουτράκι, ήμουν έξω από το πρωί μέχρι το βράδυ με τους φίλους μου χωρίς κανένα όριο – μας ανέθρεψε η γειτονιά.
Στα δεκατέσσερα το μυαλό μου ήταν μια χαρά, ήμουν έξυπνο παιδί, αλλά τα συναισθήματά μου ήταν «μικρά», υπήρχε πολύς φόβος μέσα μου. Αν φανταστείς δηλαδή ένα παιδί δεκαπέντε χρονών να έρχεται από το Λουτράκι και να γυρίζει μόνο του στην Ομόνοια, μπορείς να καταλάβεις πόσος φόβος κρύβεται μέσα του, ο οποίος έσβηνε μέσα από τις εξαρτήσεις και τις ουσίες.
Οι γονείς μου ήταν ένα αγαπημένο ζευγάρι που δεν τσακωνόταν ποτέ, απλώς δεν υπήρχε σύνδεση μεταξύ μας. Κι εφόσον δεν υπήρχε σύνδεση, δεν υπήρχε αποδοχή. Οπότε εγώ αυτό έψαχνα να βρω μέσα από διάφορες παρέες, από μεγαλύτερους ανθρώπους με τους οποίους ταυτιζόμουν, από το θέατρο.
Δεν μου αρέσει η αναγνωρισιμότητα, μου δημιουργεί πρόβλημα. Ένα ζεϊμπέκικο χόρεψα κι έγινε θέμα. Εγώ πάντα πήγαινα στα μπουζούκια και χόρευα, αλλά τώρα είναι μια τρέλα. Σε ξεφτιλίζουν και ακούς τα πιο πουριτανικά σχόλια, για το πάχος μου ή δεν ξέρω τι. Απ’ την άλλη, δεν μπορώ να μη ζήσω, γιατί η τέχνη δεν είναι πιο πάνω από τη ζωή. Έτσι θα συνεχίσω και δεν με νοιάζει, ας είναι η ξεφτίλα μου ατελείωτη μέσα στα χρόνια. Αρκεί να μην επηρεάζεται η ευτυχία του παιδιού μου…”