Από το ΣΥΡΙΖΑ Κορινθίας αναφέρεται σε δελτίο τύπου: «Το δικαίωμα των παιδιών να πηγαίνουν στο σχολείο δεν γνωρίζει ούτε χρώμα δέρματος, ούτε φυλή και αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση της χώρας που απορρέει ρητώς από το Σύνταγμα και τους ειδικούς Νόμους, την Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Κορινθίας στηρίζει την πρόσβαση των προσφυγόπουλων όλων των δομών του Νομού στην εκπαίδευση, που είναι υποχρεωτική βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, απαιτώντας από την κυβέρνηση να υποστηρίξει στην πράξη το πρόγραμμα αυτό λύνοντας διαδικαστικά ή άλλα ζητήματα και ενισχύοντας με προσωπικό και μέσα τα σχολεία που θα λειτουργήσουν ως ΔΥΕΠ.
Τα προηγούμενα χρόνια πάνω από 12.500 προσφυγόπουλα συμμετείχαν κανονικά στις Δομές Υποδοχής και Εκπαίδευσης Προσφυγοπαίδων σε όλη τη χώρα. Η αξία της συμμετοχής αυτής για τα ίδια τα παιδιά και τους γονείς τους, τους δασκάλους και τις τοπικές κοινωνίες αναγνωρίστηκε παρά τις αρχικές επιφυλάξεις σε ορισμένες περιπτώσεις από το σύνολο της αυτοδιοίκησης (ΚΕΔΕ), την εκπαιδευτική κοινότητα (ΟΛΜΕ), αλλά και κορυφαίους διεθνείς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαική Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρώπης που έδωσαν συγχαρητήρια στη χώρα προβάλλοντας το παράδειγμά της ως καλή πρακτική.
Έτσι πρέπει να συνεχίσουμε και στην Κορινθία, όπου η κοινωνία παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει με την πολυετή οικονομική κρίση έχει δείξει την αλληλεγγύη της σε κατατρεγμένους ανθρώπους και τις οκογένειές τους.
Με καλό προγραμματισμό, συνεννόηση, ενίσχυση σε προσωπικό και λήψη των απαιτούμενων μέτρων προστασίας για όλους, είναι απολύτως εφικτή η λειτουργία των ΔΥΕΠ στο Νομό.
Αυτό έχει δείξει άλλωστε και ηεπιτυχής εφαρμογή του μέχρι τώρα σε όλη την Ελλάδα που έχει καταρρίψει όλες τις εύλογες ή υπερβολικές ενστάσεις αλλά και το γεγονός ότι μόνο κερδισμένη μπορεί να βγει μια κοινωνία από την φοίτηση των παιδιών προσφύγων στα σχολεία.Όχι μόνο γιατί συμβάλλει στο να «μάθουν γράμματα» τα παιδιά, αλλά γιατί το σχολείο είναι βασικός πυλώνας κοινωνικοποίησης και ένταξης, έχει πολύ θετικά αποτελέσματα στην ομαλή λειτουργία των δομών φιλοξενίαςκαι στη μεγαλύτερη αλληλεπίδραση του πληθυσμού με την τοπική αγορά.
Για μας, η ασφάλεια που είναι δικαίωμα όλων, επιτυγχάνεται με τέτοιες πολιτικές ένταξης και αλληλεπίδρασης και όχι με πολιτικές εγκλεισμού, αποκλεισμών ή στέρησης της χαράς των παιδιών – που περάσαν τόσα για να φτάσουν εδώ – να ανοίξουν ένα «παράθυρο» στον κόσμο μέσα από τη γνώση».