-Άρθρο του Γρηγόρη Κλαδούχου (Ξυλόκαστρο)
“Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΙΩΝ ΣΤΟ ΞΥΛΟΚΑΣΤΡΟ (και οι ορφανοί του εθίμου) – ΟΙ ΤΣΙΓΓΑΝΟΙ (και η κρίση συναισθηματικής συμβίωσης)
Η απουσία στο Ξυλόκαστρο ρίψης του Σταυρού στην θάλασσα τα Θεοφάνια έγινε αιτία ερωτημάτων, συζητήσεων στην κοινωνία και στο διαδίκτυο. Έγινε αιτία να αναπτυχθεί μια προβληματική για τους τσιγγάνους. Ίσως και με ανεπίγνωστες ρατσιστικές εκφράσεις, για μια ομάδα ιδιαίτερης πολιτιστικής ταυτότητας. Διάβασα ότι «οι γύφτ.οι κάνουν κουμάντο στο Ξυλόκαστρο», για «εμπόρους παιδιών, παράσιτα της κοινωνίας», «καλά κουμάσια…». Θα νομίζει κάποιος ότι βρισκόμαστε υπό κατοχή, όταν γράφουν ότι «δεν δύναται στο Ξυλόκαστρο να κάνουν κουμάντο μειονότητες…», που η άποψη αυτή παίρνει και like από αρχηγό παράταξης.
Α. Οι τσιγγάνοι που έπιαναν τον σταυρό και εκμεταλλεύονταν την κατοχή του τα προηγούμενα χρόνια δεν είναι από τον Δήμο μας. Όπως όλοι οι υπόλοιποι δεν είναι ίδιοι και οι τσιγγάνοι δεν είναι όλοι ίδιοι. Μια κοινωνία, που δεν μπορεί να προστατευτεί από ιδιοποίηση δημόσιων γεγονότων έχει υποστεί μια θεσμική ήττα.
Β. Η διαχείριση του θέματος από την Εκκλησία, τον Δήμο και τις αστυνομικές αρχές παραχώρησε πολλές ερμηνείες. Αν και δεν ήμουν καλός στα θρησκευτικά, ούτε είμαι γνώστης των θεολογικών, πρέπει όλοι οι πολίτες, οι χριστιανοί αλλά και οι εκκλησιαστικοί ιερείς να γνωρίζουν αυτό που έγραψε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος: « “Τα δημοσίως λεγόμενα και πραττόμενα, δημοσίως να ελέγχονται”; (ΕΠΕ 23, 393)». Ας προσθέσουμε και αυτό: «Μια κοινωνία δεν είναι ισχυρή παρά μόνο όταν βγάζει την αλήθεια στο άπλετο φως του ήλιου» (ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ). Τα «ελάτε ιδιαιτέρως να μάθετε» είναι έκφραση φοβικότητας, έχουν κάποιες ενοχικές πτυχές.
Γ. Εκδηλώθηκε και το παράδοξο: αγανακτούν κάποιοι για το μη πραγματοποιημένο έθιμο. Έχουν αποδείξει ότι αγαπούν τα έθιμα; Αλλά δεν τους ένοιαξε που δεν υπήρξε ούτε ένα έθιμο κατά τις γιορτές. Παρουσιάστηκαν παραδοξότητες με «γνωριμίες του γιου του Άι Βασίλη», χορούς ντίσκο, και γενικώς «εκδηλώσεις» που μοιάζουν με αυτές των πανηγυριών, της Αποκριάς, του Πάσχα, χωρίς, δηλαδή, να υπάρχει κάτι που να χαρακτηρίζεται από την ταυτότητα και ιδιαιτερότητα των ημερών και να προέρχεται από μια συνέχεια και αποτελεί έθιμο. Από τα μικρόφωνα της πλατείας κλήθηκε ο κόσμος για «να γίνει χαμός». Αυτή η εικόνα φλυαρίας ευτυχίας είναι αντίδοτο στην φτωχή ζωή και το άγχος. Το μεγάλο ζήτημα είναι αν υπάρχουν ή (και) ποιοι θα αναλάβουν την επιστροφή νοημάτων και την πολιτιστική εκπαίδευση.
Δ. Η πονηρή βιομηχανία της διαδικτυακής θέασης οδηγεί πολλούς να γράφουν ό,τι του κατέβει, να προσβάλουν, να κρίνουν χωρίς στοιχειώδη γνώση των δεδομένων, χωρίς τις ευαισθησίες προσέγγισης, με απολυτότητες και γενικεύσεις. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 έγινε μεγάλο θέμα στον Δήμο το θέμα των τσιγγάνων, της εγκατάστασής τους. Το 2002 στο ψηφοδέλτιο της παράταξής μας «Αρμονική Ανάπτυξη» συμμετείχε και ένας ντόπιος τσιγγάνος.
Ε. Οι τσιγγάνοι είναι μια ιδιαίτερη πολιτισμική κατηγορία που πρέπει να απομακρυνθούν από την παραβατικότητα και «ενταχθούν» με όρους αποδοχής τους, αλλά και χωρίς κολακείες. Παραθέτω μια παράγραφο από όσα είχαμε γράψει για το ζήτημα αυτό, στην σελίδα 17, στο Δημοτικό Προεκλογικό του 2002: «Από ένα συνδυασμό διαχρονικών και σύγχρονων αναφορών η εδραία, κυρίαρχη κοινωνία θέτει διαρκώς ενώπιον των τσιγγάνων ένα δίλημμα: Αφομοίωση ή Περιθωριοποίηση. Όσο απεχθής είναι η λογική περιθωριοποίησης (γκετοποίησης, μακριά από κοινωνίες και πόλεις), άλλο τόσο καταπιεστική είναι η αντίληψη αφομοίωσης από την κοινωνία των πολλών, αγνοώντας ιδιαιτερότητες».
Το επισυνάπτω φωτογραφικά και αξίζει να διαβαστεί ολόκληρο, γιατί από μια γενική θεώρηση φθάνει στην τότε κατάσταση με προτάσεις προοπτικής. Ήταν και είναι δηλωτικό μιας ανάγκης ένταξης όλων σε ένα ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ. Σε έναν κόσμο με πολλά επεισόδια φρίκης, να δώσουμε το χέρι ακόμα και σε αυτούς που θεωρούνται κοινωνικά απονομιμοποιημένοι. Ως αυτοθεραπευτική κοινότητα”.
–